Φτάνει πια με τις προσωπικές αντιπαραθέσεις

Του ΒΑΣΙΛΗ ΠΡΙΜΙΚΗΡΗ*


Ο Αλέξης Τσίπρας, πολύ σωστά, από το Ηράκλειο της Κρήτης, ζήτησε συγνώμη από τον κόσμο της αριστεράς και γενικότερα από τους Έλληνες προοδευτικούς πολίτες για το πώς η ηγεσία του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ διαχειρίστηκε το εκλογικό αποτέλεσμα. Ένα αποτέλεσμα  που ήταν κατώτερο από τις προσδοκίες χιλιάδων αγωνιστών της ριζοσπαστικής αριστεράς. Θα ήταν λάθος όμως να εκτιμηθεί ως βαριά ήττα ή ακόμα και ως πολιτική καταστροφή.


Οπωσδήποτε τα όσα επακολούθησαν μετά τις εκλογές δεν ήταν καθόλου ευχάριστα και πίκραναν όλους σχεδόν τους αγωνιστές της ριζοσπαστικής αριστεράς που έδωσαν την εκλογική μάχη κάτω από δύσκολες συνθήκες.


Το ερωτήματα είναι πολλά που πρέπει να απαντηθούν για το γιατί αυτή η πολιτική συμμαχία δυνάμεων, που λέγεται ΣΥΡΙΖΑ, δεν τα κατάφερε να γίνει πιο ελκτική από τις παραλίες και τον καναπέ της αποχής.


Γιατί η πριν τον Δεκέμβρη δημοσκοπική  έξαρση του ΣΥΡΙΖΑ δεν μετατράπηκε και σε ψήφο στήριξης για τη συνέχιση του αγώνα και τη διαμόρφωση μιας νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας;  Γιατί, σε τελική ανάλυση, ένας πολιτικός σχεδιασμός που σημείωσε σημαντικές επιτυχίες πριν από λίγο καιρό στις βουλευτικές εκλογές δεν επιβεβαιώθηκε εκλογικά και σ΄ αυτές τις ευρωεκλογές;


Οι απαντήσεις βέβαια σε όλα αυτά τα «γιατί» δεν θα μπορούσαν να δοθούν την επόμενη μέρα με μια πολιτική επιπολαιότητα και καιροσκοπισμό, δεν είναι μια υπόθεση απλή. Δυστυχώς, όμως, η αντιπαράθεση και ο διάλογος σε ορισμένους ηγετικούς κύκλους του ΣΥΡΙΖΑ εστιάζεται μέχρι σήμερα μόνο σε αντιπαραθέσεις προσώπων, για ζητήματα που έχουν λυθεί από συνέδρια και συνδιασκέψεις με μεγάλες πλειοψηφίες ακόμα και ομοφωνίες.


Αντί λοιπόν να αναζητηθούν αυτά τα «γιατί» αυτού του αποτελέσματος με όλον τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ, μπήκαμε σε μια αυτοκαταστροφική εσωστρεφή συζήτηση που μόνο αγανάκτηση και απογοήτευση δημιουργεί στον απλό αγωνιστή της αριστεράς.


Για παράδειγμα, η παραίτηση Αλαβάνου  που ο ίδιος την προκάλεσε, γιατί κανένας δεν του την ζήτησε, δυστυχώς, αντί να διευκολύνει τον διάλογο δημιούργησε σύγχυση και απογοήτευση σε χιλιάδες μέλη και οπαδούς αυτού του χώρου. Τέλος, σαν να μην έφθανε αυτό το τραυματικό γεγονός, δυνάμεις μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ και στον ΣΥΝ, όπως η ΚΟΕ και η ανανεωτική πτέρυγα, αντί να ρίχνουν νερό στη φωτιά, συνεχώς δυναμιτίζουν την κατάσταση έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού τους λογικές μικροκομματικές ή μικροτασικές.


Δεν αντιλαμβάνονται όλοι αυτοί, ότι, για να αποτιμήσεις ένα αποτέλεσμα, χρειάζεται πάνω απ' όλα νηφαλιότητα και πολιτική ηρεμία. Χρειάζεται να δεις την πολιτική πραγματικότητα, να προβλέψεις το αύριο και μετά να κάνεις, αν πρέπει να κάνεις, σκέψεις για ριζική αλλαγή του πολιτικού σου σχεδιασμού. Επίσης θα πρέπει να το σκεφθούν όλοι πολύ καλά για να κάνουν σκέψεις για κομματικές μεταλλάξεις ή μετεξελίξεις. Σήμερα δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ από πολιτική συμμαχία διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων της αριστεράς σε νέο πολιτικό κομματικό υποκείμενο.


Η κρίση λοιπόν που ίσως παρουσιαστεί στον ΣΥΡΙΖΑ  μετά τις εκλογές θα είναι πολιτική, πολιτικού σχεδίου και σε καμία περίπτωση προσώπων, μετεξέλιξης, αντιπροσώπευσης ή καλύτερης δημοκρατικής λειτουργίας του.


Βέβαια τα ελλείμματα είναι πολλά ως προς την καλύτερη λειτουργία, την ουσιαστικότερη και δημοκρατικότερη συμμετοχή όλων στο συμμαχικό εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ. Τα κύρια ζητήματα δεν είναι το πώς θα «τακτοποιήσουμε» ορισμένους ανένταχτους μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ ή αν θα έχουμε κάρτα μέλους ή όχι. Όλα αυτά μπορούν να λυθούν, αρκεί να υπάρχει η πολιτική βούληση συνεννόησης, το ερώτημα όμως είναι αν υπάρχει αυτή η πολιτική βούληση.


Οι δυνάμεις της ελληνικής αριστεράς, χωρίς καμιά εξαίρεση, είναι υποχρεωμένες να συνεννοηθούν και να συνυπάρξουν με τη διαφορετικότητά τους. Αν δεν γίνει αυτό, η ελληνική αριστερά θα βρίσκεται πάντα στο περιθώριο της πολιτικής ζωής της χώρας.


Το πρόβλημα λοιπόν του ΣΥΡΙΖΑ στην πραγματικότητα είναι αλλού. Είναι στο κατά πόσο στηρίχθηκε  ο πολιτικός σχεδιασμός της εναλλακτικής πρότασης της αριστεράς από όλους. Εάν είναι αποδεκτός ή όχι ο ίδιος ο σχεδιασμός με τον οποίο δόθηκε νικηφόρα η μάχη των εθνικών εκλογών.


Ο αγαπητός σύντροφος, για παράδειγμα, Περικλής Κοροβέσης στην "Ελευθεροτυπία", 25/6, έβαλε καθαρά ένα ερώτημα: Ζήτησε να μάθει από πού προέκυψε ο λεγόμενος «τρίτος πόλος»; Διερωτάται πώς είναι δυνατή μια συνεργασία με το ΚΚΕ. Το ίδιο περίπου ερώτημα με δικά του λόγια διατυπώνει και ο Φ. Κουβέλης, όπως και άλλοι σύντροφοι από τα ηγετικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Υπήρξαν  δηλαδή ερωτηματικά για την εναλλακτική πρόταση της αριστεράς και τον βασικό πολιτικό σχεδιασμό που έχει χαραχθεί στο 4ο και 5ο συνέδριο του ΣΥΝ και στις πανελλαδικές μαζώξεις του ΣΥΡΙΖΑ, που θόλωσαν το τοπίο.


Το ζήτημα της κοινής δράσης όλων των δυνάμεων της αριστεράς, συμπεριλαμβανομένου του ΚΚΕ και του χώρου της προοδευτικής οικολογίας, και η διαμόρφωση μιας νέας αριστερής πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας που ίσως αδόκιμα ονομάσθηκε «τρίτος πόλος» είναι η καρδιά του όλου προβλήματος σε πολιτικό επίπεδο. Η υπόθεση της κοινής δράσης όλων των δυνάμεων της αριστεράς, πρέπει να το καταλάβουν οι πάντες, δεν μπορεί να αρχίζει και να τελειώνει μόνο με τις δυνάμεις που συναποτελούν σήμερα τον ΣΥΡΙΖΑ.


Ειδικά ορισμένοι μέσα στον ΣΥΝ, όπως ο Λ. Κύρκος, είναι καιρός να αντιληφθούν ότι με την επαναφορά συνεχώς των κεντροαριστερών σεναρίων το μόνο που καταφέρνουν είναι να δημιουργούν σύγχυση και να στέλνουν στο περιθώριο της πολιτικής ζωής τον ΣΥΝ και τον ΣΥΡΙΖΑ.


Το καταστροφικό παράδειγμα της ιταλικής αριστεράς πρέπει να γίνει μάθημα σε όλους αυτούς που προς χάριν της αυτό-επιβεβαίωσής τους φθάνουν να χαρακτηρίζουν, βλακωδώς, το εκλογικό αποτέλεσμα ως «ατιμωτική ήττα».


Η πολιτική αντιπαράθεση λοιπόν μέσα στην αριστερά μπορεί και πρέπει να γίνεται με ανοιχτά χαρτιά χωρίς πολιτικούς κανιβαλισμούς και κυνήγι «μαγισσών».


Επιβάλλεται ο καθαρός πολιτικός διάλογος και ο αλληλοσεβασμός… πάνω απ' όλα στα ηγετικά κλιμάκια. Ας αφήσουμε λοιπόν τις υποτιθέμενες προσωπικές αντιπαραθέσεις και ας μπούμε στην ουσία του πολιτικού σχεδιασμού μας.


Κανένας δεν πρέπει να λησμονεί ότι οι θεσμοθετημένες συλλογικότητες και τα συνέδρια είναι αυτά που αποφασίζουν για τις πολιτικές κατευθύνσεις και ορίζουν τους ηγέτες. Όλα τα άλλα είναι εκτός του πολιτικού πολιτισμού και της διαφορετικότητας της αριστεράς.


* Ο Βασίλης Πριμικήρης είναι μέλος της Ε.Γ. της ΚΠΕ του ΣΥΝ


 

 
eXTReMe Tracker