Το αριστερό παράδοξο

Της ΕΛΕΝΗΣ ΚΑΡΑΣΑΒΒΙΔΟΥ


Κάποτε έφτασε στην αρχαία Αθήνα ένας άνθρωπος από την Μ. Ελλάδα. «Όλοι στην πόλη μου είναι ψεύτες!» ισχυρίστηκε. Οι Αθηναίοι βρέθηκαν μπροστά σ' ένα παράδοξο. Αν τον πίστευαν, θ' ακύρωναν τον ισχυρισμό του αφού θα «έλεγε την αλήθεια»...


Ο βασικός προεκλογικός μας ισχυρισμός ήταν πως εκφράζουμε τις ανάγκες των πολλών. «Περιέργως» οι πολλοί αρνήθηκαν να εκχωρήσουν στον ΣΥΡΙΖΑ το δικαίωμα να μιλά για τις ανάγκες τους. Εκτός εάν θεωρήσουμε ότι οι μη προνομιούχοι είναι ελάχιστη μειοψηφία, οπότε προφανώς λέμε ψέματα όταν μιλάμε κατά του νεοφιλελευθερισμού και της διαπλοκής, αφού αν «πεινάς», καμιά στρατηγική «ύπνωσης» δεν πιάνει. Ή ψέματα λέμε, λοιπόν, ή ψεύτες είμαστε.


Η αριστερά, μπροστά σε τέτοια παράδοξα, συνηθίζει να εκδηλώνει συμπτώματα θρησκευτικής σέχτας. Έχοντας το αυτονόητο της «αλήθειας» (και κάθε «αυτονόητο» δρα συντηρητικά, νομιμοποιώντας τον ηγεμονικό ιδεολογικό και κοινωνικό «χάρτη», κι άρα την ακινησία) κρίνει περιπτωσιολογικά και όχι ολιστικά. «Καλό», αλλά μας πήρανε χαμπάρι και δεν πείθουμε!


Οι πράξεις πείθουν περισσότερο από τα συνθήματα, ακόμη κι αν σημαίνει να κρίνω δομικά χαρακτηριστικά (αυτά που τάσεις και οργανώσεις ταυτίζουν «έξυπνα» με τα ιδεολογικά ώστε να μαντρώνουν τον κόσμο τους ή όσους/ες έχουν συνδέσει προσωπικές φιλοδοξίες μαζί τους).


Να διευκρινίσω ότι η κριτική δεν είναι απολογητική του συστήματος. Δεν είμαι με την υποκρισία όσων κατηγορούν πρώτα τους Αγιάννηδες και καταπίνουν την κάμηλο των καλοενταγμένων. Παρά τις απλουστεύσεις που με ενοχλούν, οι αξίες της αριστεράς μού “δίνουν φωνή”. Γι αυτό, παρά το φόβο ότι ο περιορισμός θα δημιουργήσει παρανοήσεις, επισημαίνω:


Όταν, και σε περίοδο εκτεταμένης κρίσης, δεν σε εμπιστεύεται η κοινωνία, τότε επιβιώνεις από τις απίστευτες κακοδιαχειρήσεις του καπιταλισμού, όχι γιατί πρωταγωνιστείς με καινοτόμες προτάσεις. Αν αποκτάς φωνή από τα λάθη του (κακού) πρωταγωνιστή (καπιταλισμός) ποτέ δεν θα σκηνοθετήσεις ο ίδιος, κριτική θεάτρου μόνο θα κάνεις, “κουράζοντας” ένα κοινό λαϊκό, την κουλτούρα του οποίου δεν γνωρίζεις «θεωρητικολογώντας αποστειρωμένα», κι ας μιλάς εξ ονόματός του!


Στο μεταναστευτικό αφήνουμε την ακροδεξιά να κάνει παιχνίδι με τον απίστευτα κυνικό κι απλουστευτικό τρόπο της, αλλάζοντας όλη την κοινωνική ατζέντα, αφού προσεγγίζουμε επικοινωνιακά το ζήτημα μέσα από επίθεση στα χαμηλότερα στρώματα γηγενών που δέχονται πιέσεις, αντί να αναδείξουμε τις κοινωνικοοικονομικές αιτίες του φαινομένου. Έχουμε φτάσει στο σημείο να αντιπαλεύουμε τον κοινωνικό ρατσισμό μέσα από… τον βιολογικό ντετερμινισμό, («είστε ρατσιστές!») που αποτελούσε το βασικότερο όπλο του ρατσισμού!


Βοά η κοινωνία ότι τα ΑΕΙ είναι κλειστές λέσχες ψυχολογικής και υλικής απολαβής υμετέρων και ημετέρων, ότι η κρατική παιδεία δεν είναι δημόσια, ότι το άσυλο έχει καταργηθεί προ πολλού αφού η... «κίνηση» ιδεών γίνεται με βάση τα θέλω της αγοράς ή την λογοκριτική βία των μπαχαλάκηδων ή την ιλουστρασιόν στάση κυκλωμάτων. Αλλά η αριστερά (μας) επέλεξε, αντί να υπερασπιστεί την αναγκαιότητά του, επιτιθέμενη δίχως παλινωδίες ανεξαιρέτως σε όσους το κακοποιούν, να υπερασπιστεί πλευρές της κακοποίησής του!


Κι όσον αφορά το άρθρο 16, ο Μαρξ, σε μια υποσημείωση στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας, μιλά για «αγαθά λέσχης» που δεν είναι αληθινά δημόσια, αφού προϋποθέτουν πολιτιστικό ή άλλο κεφάλαιο για να εισαχθείς. Τέτοιο είναι η ανώτατη παιδεία στην Ελλάδα, που αφορά τα μικροαστικά στρώματα και τον αγώνα τους για καλύτερο πλασάρισμα (των μέσα ή έξω «μέτρια σπουδαγμένων») στην αγορά κι όχι εφήβους του Περάματος ή του Χάρβαρντ... Δίνουμε την εντύπωση πως υπερασπιζόμαστε συντεχνίες, δίνοντας ευκαιρία στους εξίσου πολύξερους νεοφιλελεύθερους να κάνουν παιχνίδι προς τη λάθος κατεύθυνση της ιδιωτικοποίησης.


Βοά η κοινωνία ότι υπερασπιζόμαστε νόθα παιδιά ιδεολογικών αντιπάλων, όπως τον εθνικισμό του Γκρούεφσκι, πάσχοντας από το «σύνδρομο του τοπικού διαιτητή». Όταν, από φόβο μην αδικήσουμε τον “άλλον”, αδικούμε ομάδα της πόλης μας... («διανοούμενοι»;; μα ημιμαθείς και ιστορίας και ευρωατλαντικής γεωπολιτικής επικυριαρχίας;;!...) Έτσι, γκρούπες εντός ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ (η διαφορετικότητα των απόψεων δεν αφορά μόνο τον Συνασπισμό, απλώς τα Μίντια «φωτίζουν» ΣΥΝ) παλεύουν για την ιδεολογική ηγεμονία της άποψης ότι “στα Βαλκάνια κυρίαρχος εθνικισμός είναι ο ελληνικός, αφού κυρίαρχη είναι η ελληνική οικονομία!” Η οικονομικίστικη αυτή άποψη στερείται γνώσης πώς δρα μια ιδεολογική (άρα και ψυχολογική) κατασκευή όπως ο εθνικισμός. Το παράδειγμα της αδύναμης Γερμανίας του μεσοπολέμου, που ανέπτυξε σε μη κυρίαρχη οικονομία τον κυρίαρχο εθνικισμό στην Ευρώπη, απαντά από μόνο του...


Για τον Δεκέμβριο αξίζει ειδικής μνείας τόσο η αξιοπρέπεια να μην λαϊκίζουμε όπως άλλοι όσο και η αμετροέπεια να πέφτουμε σε έναν επαναστατικό λαϊκισμό, μπερδεύοντας την εκτόνωση (που αποενοχοποιεί το σύστημα) με την κοινωνική παρέμβαση… Όταν χάθηκε το όριο ανάμεσα σε αυτά τα δυο σκάψαμε και τον ίδιον τον Δεκέμβριο… συντηρητικοποιώντας (όχι απλώς πολώνοντας) εκ νέου την κοινωνία. Ο κόσμος όταν εξεγείρεται δεν θέλει χειροκροτητές, θέλει πολιτικές, που να μετατρέπουν την οργή σε δημιουργική παρέμβαση…


Τέλος, δεν ανήκω στην τάση του Δ. Παπαδημούλη και μάλιστα ενοχλήθηκα από προεκλογική δήλωση, όταν ανώνυμοι παλεύουν δεκαετίες δίχως ούτε μονοήμερη στις Βρυξέλλες. Επέλεξα, αν και προερχόμενη από το Κ.Σ. της νεολαίας, όταν πέρασα στο κόμμα, να μην ενταχθώ σε τάση ώστε να μην συνδέσω την πολιτική μου συνείδηση/ελευθερία με κανενός άλλου είδους «κίνητρα». Αλλά, την ίδια ώρα που κρίνουμε την γραφειοκρατία των Βρυξελλών που “αποφασίζει ερήμην των λαών”, όταν αποφασίζουμε σε κλειστές πόρτες να «αγνοήσουμε» την ψηφοδοσία του κόσμου για έναν επιτυχημένο ευρωβουλευτή, στην κοινωνία δίνεις το μήνυμα ότι το ίδιο (και χειρότερο, αφού ηθικολογείς) είσαι κι εσύ...


Κι αυτή η, (διαχρονική και διατασική) αμετροέπεια, τριπλάρει την πραγματικότητα με τα ίδια κριτήρια σεχταρισμού κι «απώτερου στόχου», απαξιώνοντας την φωνή των πολλών... Η αλλαγή προσώπων π.χ. σε θέσεις κλειδιά δεν επετεύχθη ούτε στο εσωτερικό του ΣΥΝ, ούτε του ΣΥΡΙΖΑ (κι εδώ ευθύνη έχουν και μικρές συνιστώσες...)… Με όλα αυτά συμβάλλουμε σε μια «κουλτουροποίηση» της πολιτικής, όπου αντί κατανάλωσης προϊόντων της αγοράς, καταναλώνουμε συνθήματα της αριστεράς... Το ρηξικέλευθο αναζητείται... αντί της ακινησίας που αλτουσεριανοί θα αποκαλούσαν «βαθιά δομή» τού χθες, πίσω από όσες εκτονώσεις «κουλτουρίστικης διαφοροποίησης» κι αν κρύβεται.


Τέλος, χειρότερη αντίδραση σε εκλογική ήττα (όχι καταστροφή) δεν έχω δει. Κι εδώ δεν έφταιγε ο νέος πρόεδρος του κόμματος... Είχα την αίσθηση πως από Φελίνι έβλεπα Σακελλάριο...


Κι όμως, τίποτε από αυτά δεν μπορεί ν αποτελέσει αφορμή για απαξίωση της προσπάθειας. Γιατί, για την αριστερά ισχύει η ρήση του Κλεμανσώ για την φιλανθρωπία. “Πολλά μπορούν να ειπωθούν εναντίον της. Το χειρότερο είναι ότι δεν εφαρμόζεται.” Κι ακριβώς γι' αυτό θα προσπαθήσουμε πάλι...

 
eXTReMe Tracker