Ήσυχες νύχτες του Αυγούστου 2012

Του ΓΙΑΝΝΗ ΚΙΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ


Τον Αύγουστο του 2012, που έτυχε να είναι αρκετά δροσερός ώστε αρκετοί να ματαιώσουν τις καλοκαιρινές τους διακοπές και να μείνουν στην Αθήνα, ο ΣΥΡΙΖΑ -για την ακρίβεια, ότι είχε απομείνει απ’ αυτόν- πραγματοποίησε την 20η πανελλαδική του συνδιάσκεψη. Η συνεδρίαση έγινε βραδάκι, σ’ ένα συνοικιακό θερινό σινεμά - δεν χρειαζόταν άλλωστε κάτι μεγαλύτερο για το ευάριθμο σώμα συνέδρων.


Ο απουσιολόγος ανακοίνωσε απουσίες, παρουσίες, αποχωρήσεις και προσχωρήσεις συνιστωσών, διάβασε πονεμένους χαιρετισμούς συμπαράστασης συντρόφων που παραθέριζαν στη Σαμοθράκη, στη Γαύδο, στη Σικελία και λυπούνταν πολύ για την απουσία τους. Η συνδιάσκεψη επαναβεβαίωσε την προσήλωσή της στο προγραμματικό πλαίσιο 15 σημείων του 2009, το οποίο εμπλούτισε με μια-δυο παραγράφους ακόμη και ύστερα το εναπόθεσε με θρησκευτική ευλάβεια στα αρχείο της λησμονιάς. Η συνδιάσκεψη ανέβαλε επίσης για πολλοστή φορά τη λύση του υπαρξιακού ζητήματος του ΣΥΡΙΖΑ: Τι είμαστε, τι θα θέλαμε να ήμασταν; Κόμμα; Απόκομμα; Λέσχη καπνιστών; Συνάντηση παλαιών συμμαθητών; Όλες οι συνιστώσες συμφώνησαν ότι δεν ήταν ώριμες οι συνθήκες για την απάντηση, η οποία μετατέθηκε για την επόμενη συνδιάσκεψη, σε κανένα χρόνο.


Είχε προηγηθεί το συνέδριο του ΣΥΝ (Διαρκές; Τακτικό; Έκτακτο; Θα σας γελάσω…) στο οποίο εκτιμήθηκε με κάποια σχετική καθυστέρηση το εκλογικό αποτέλεσμα των πρόωρων εκλογών της άνοιξης του 2012. Εκφράστηκε η ικανοποίηση για το γεγονός ότι το κόμμα και οι σύμμαχοί του (εδώ υπονοήθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ και η διατύπωση προκάλεσε κάποιες ζωηρές συζητήσεις, αλλά δεν χύθηκε δα και αίμα…) υπερέβη με άνεση τριών δεκάτων της μονάδας το όριο εισόδου στη Βουλή και αντιστάθηκε αποτελεσματικά στη σοσιαλιστική πλημμυρίδα, χάρη στα ανακλαστικά οίκτου και συμπαθείας τέως συγγενών, φίλων και συντρόφων που σε άλλη περίπτωση δεν θα πήγαιναν καν να ψηφίσουν. Μια μειοψηφία συνέδρων, ωστόσο, εξέφρασε την εκτίμηση ότι το αξίωμα «εκλέγομαι, άρα υπάρχω» δεν εξασφαλίζει πολιτική αειφορία - άλλωστε και τα λεφτά της κρατικής επιδότησης δεν φτάνουν πια για να συντηρήσουν μια υποτυπώδη κομματική γραφειοκρατία.


Στο συνέδριο ασκήθηκε οξεία κριτική στην ηγεσία του κόμματος για το γεγονός ότι δεν είχε μια στοιχειωδώς αξιοπρεπή παρουσία στις εξεγέρσεις των λαθρομεταναστών στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, των μαθητών για την νιοστή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, των φοιτητών κατά της επίσημης θεσμοθέτησης των ιδιωτικών ΑΕΙ, των ανέργων για την κατάργηση των επιδομάτων τους, των κατοίκων του κέντρου κατά της γκαραζοποίησης και της τελευταίας πλατείας της Αθήνας, Ωστόσο, θεωρήθηκε αρκετά πειστική η εξήγηση ότι ο οργανωτικός μηχανισμός ήταν αδύνατον να κινητοποιηθεί χωρίς κινητά και internet, τα οποία ανά πάσα στιγμή αχρηστεύονταν από τους δεκάδες ψηφιακούς κοριούς που διέθεταν η ΕΥΠ, η αντιτρομοκρατική, η ΕΛ.ΑΣ. και κάθε κρατική υπηρεσία που σεβόταν τον εαυτό της και είχε προσαρμοστεί στο δόγμα low and order.


Ανεξαρτήτως αυτού, η ηγεσία παραδέχθηκε ότι η κινηματική έκρηξη του χειμώνα του 2012 επεφύλασσε διακριτά πολιτικά οφέλη μόνο για τους αντεξουσιαστές, τον ΛΑΟΣ και το ΚΚΕ, που κατά περίπτωση και επιλεκτικά βρέθηκαν μέσα, κοντά ή απέναντι στα κινήματα των εξεγερμένων, με τις κατάλληλες δόσεις κολακείας και χειραγώγησης. Πάντως, στο συνέδριο εκφράστηκε η εκτίμηση ότι η ζωή θα δώσει κι άλλες ευκαιρίες για να καταδείξει ο ΣΥΝ τον ρόλο του, καθώς η κρίση έχει μεν περατωθεί για την οικονομική ελίτ της χώρας, αλλά εξακολουθεί και δουλεύει εις βάρος της κοινωνίας.


Φυσικά, όπως συμβαίνει με κάθε ζωντανό οργανισμό, το συνέδριο ζωήρεψε πραγματικά μόνον προς το τέλος, στις ψηφοφορίες για την ανάδειξη των οργάνων και του γραμματέα, στις οποίες αναμετρήθηκαν με διαφάνεια και ειλικρίνεια οι δύο νέες τάσεις που είχαν διαμορφωθεί: το ΡΑΑ (Ρεύμα Αριστερής Αυτοσυντήρησης) και η ΠΑΠ (Πτέρυγα Ανανεωτικής Παλινόρθωσης).


Η επιμονή μερίδας των συνέδρων να συζητηθεί το εξ ογδόης αναβολής θέμα των σχέσεων του ΣΥΝ με τον ΣΥΡΙΖΑ και της οργανωτικής μετεξέλιξης του δεύτερου δεν είχε ιδιαίτερη τύχη. Μετατέθηκε για το επόμενο συνέδριο, «όταν οι συνθήκες θα είναι ωριμότερες"… Άλλωστε, δεν υπάρχει πια η πίεση των ανένταχτων, οι περισσότεροι επέστρεψαν στη συμπαθή τους αδράνεια…Ή την αδρανή τους συμπάθεια. «Εμείς κι οι συνιστώσες έχουμε ένα κώδικα επικοινωνίας, τα βρίσκουμε μια χαρά, γιατί να τα σκαλίζουμε τώρα;» είπε με αφοπλιστική ειλικρίνεια μέλος της Πολιτικής Γραμματείας. Και κανείς δεν είχε όρεξη να του φέρει αντιρρήσεις. Είχε νυχτώσει, αν και ήταν Αύγουστος η Αθήνα είχε μια τρυφερή δροσιά στην ατμόσφαιρα και οι σύνεδροι είχαν όρεξη για ένα ποτό στου Ψυρρή και πέριξ. Σκόρπισαν σε παρέες, γεμάτα τα στέκια. Γύρω τους νέοι, ώριμοι, μεσόκοποι, μικροαστοί και προλετάριοι, περιπλανώμενοι ή εποχούμενοι, ανυποψίαστοι για όσα σπουδαία λέγονται και λύνονται σε κομματικά συνέδρια και συσκέψεις, έπνιγαν στο αλκοόλ και την θερινή ευθυμία μικρές και μεγάλες αγωνίες:


Για το αν θα έχουν δουλειά απ’ τον Σεπτέμβριο, πώς θα την σπάσουν στ’ αφεντικό τους τη Δευτέρα, γιατί στο τέλος του μισθού μένει τόσος πολύς μήνας, τι θα το κάνουν το πτυχίο, σε τι είδους κωλοχώρα ζουν, τι περιμένουν από την πολιτική - τίποτα, ήταν η απάντηση για τους περισσότερους που συγκροτούσαν το μεγάλο κόμμα των απεχόντων και αποστράτων, τη νέα σιωπηρή πλειοψηφία της νεοελληνικής κοινωνίας. Οι σύνεδροι, σε μια ανάλογη κατάσταση θερινής ευθυμίας, κυκλοφορούσαν ανάμεσα στους ανώνυμους εκπροσώπους αυτής της πλειοψηφίας, είχαν ευαίσθητα και πρόθυμα αυτιά να την αφουγκραστούν, αν είχε φωνή. Αλλά, φυσικά, δεν μπορούσαν να διαβάσουν και τη σκέψη της. Θα μου πείτε: Κι αν τη διάβαζαν, θα είχαν κάτι να της προτείνουν;

 
eXTReMe Tracker