Κάθε πράγμα στον καιρό του...

Είναι η ευρωπαϊκή ενοποίηση η μόνη γνήσια αριστερή πρόταση; Αναμφίβολα. Πρέπει ένα κόμμα της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής αριστεράς να χαρακτηρίζεται από “αριστερό ευρωπαϊσμό”; Οπωσδήποτε. Μπορεί η αριστερά να μένει αδιάφορη για το ζήτημα της διακυβέρνησης της χώρας; Επ' ουδενί λόγω. Πρέπει η αριστερά να έχει προτάσεις που θα δίνουν αριστερές απαντήσεις στα προβλήματα του σήμερα και δε θα μιλά μόνο για τον σοσιαλισμό του μέλλοντός μας; Εννοείται. Είναι δυνατό να αναζητά η αριστερά -έστω μίνιμουμ- συγκλίσεις με τη σοσιαλδημοκρατία και να μην αποκλείει το ενδεχόμενο να επηρεάσει τα πράγματα όχι μόνο από τα έδρανα της ελάσσονος αντιπολίτευσης; Μάλλον -και υπό προϋποθέσεις- είναι δυνατόν.


Είδαμε τον ΣΥΝ το προηγούμενο διάστημα να βυθίζεται στην εσωστρέφεια, να νιώθει καθημερινά τις “μετασεισμικές δονήσεις” του ευρωεκλογικού αποτελέσματος, να έχει χάσει τη θεωρητικά αυτονόητη διάθεση συνεννόησης μεταξύ τάσεων και στελεχών, να έχει απωλέσει την -ακόμη πιο αυτονόητη- έννοια του “κομματικού σπιτιού”. Μια έννοια που δεν είναι α λα καρτ, ούτε υπονομεύεται από καλά ή κακά εκλογικά αποτελέσματα.


Πολλά λέχθηκαν και ακούστηκαν. Έγινε λόγος για “προσπάθεια αποκλεισμού”, για “λευκές απεργίες”, για “κόμματα μέσα στο κόμμα”, ακόμη και για το ενδεχόμενο διάσπασης. Όλα αυτά, στο πλαίσιο της συζήτησης για να βρεθεί “τις πταίει” για το κακό, χείριστο, αποτέλεσμα της 7ης Ιουνίου.
Ένα ζήτημα, φυσικά, (μάλλον το σοβαρότερο) είναι οι ευθύνες της ηγεσίας, οι ευθύνες της ηγετικής ομάδας, οι ευθύνες της πλειοψηφικής τάσης, οι ευθύνες των συμμάχων. Ωστόσο, ένα ακόμη ζήτημα (όχι λιγότερο σημαντικό) είναι οι ευθύνες της μειοψηφίας.


Οι ευθύνες όλων όσοι “σπατάλησαν” στη συνεργασιολογία ένα Διαρκές Συνέδριο που είχε ως θέμα ένα -σοβαρό και αναλυτικό- πρόγραμμα και την (όντως άδικη για τον ΣΥΝ) σειρά των ευρω-υποψηφίων. Οι ευθύνες όλων όσοι ψήφισαν "λευκό" για ένα πρόγραμμα, την ώρα που ζητούσαν “στέρεη προγραμματική σχέση με τους πολίτες”. Οι ευθύνες όλων όσοι μετείχαν (;) απροθύμως στην ευρωεκλογική μάχη. Οι ευθύνες όλων όσοι, όταν χανόταν ο κόσμος, έκαναν εκδηλώσεις “επίδειξης δύναμης και κοινωνικών ερεισμάτων”.


Έγραφε προ μίας εβδομάδας αρθρογράφος της “Αυγής”: “Κάποια από τα στελέχη του ΣΥΝ, από εκείνα που θαμπώνονται με την προοπτική των συμμαχιών, δεν κάνουν αρχή με απόπειρα συμμαχίας με την άλλη τάση; Έτσι για να δούμε κι εμείς πώς τα καταφέρνουν στις συνεννοήσεις”.


Η παραπάνω πρόταση δεν είναι απλώς μία επιλογή. Είναι η επιλογή, σε μία περίοδο οιονεί προεκλογική, σε μία συγκυρία όπου η επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα είναι πολύ δύσκολη, όπως είναι παραδοσιακά δύσκολες όλες οι εκλογές στις οποίες το ΠΑΣΟΚ διεκδικεί με πιθανότητες και δυναμική την επάνοδό του στην εξουσία. Είναι η επιλογή της “πανστρατιάς”, του “κανείς δεν περισσεύει”, του αυτονόητου αισθήματος αυτοσυντήρησης που πρέπει να υπάρχει σε ένα κόμμα. Κι αν κάποιοι θεωρούν ότι είναι πιο εύκολη η συνεννόηση με τους “απέναντι”, παρά με την πλειοψηφική τάση και τον πρόεδρο του κόμματός τους, τότε το πρόβλημα (τους) δεν είναι απλώς πολιτικό. Είναι κυρίως υπαρξιακό.
Κι όσον αφορά στη συνεργασία, αν για κάτι φημίζεται ο ΣΥΝ, είναι για το ζωηρό -και χωρίς περιορισμούς διάλογο- που γίνεται στο εσωτερικό του. Όποτε, αν ποτέ, το θέμα τεθεί από την ίδια τη ζωή (π.χ. αν δεν προκύψει αυτοδυναμία), τότε να ανοίξει ο διάλογος και να “χυθεί αίμα”. Αλλά, σε μία τόσο δύσκολη συγκυρία, πόσο σοφό είναι να “χύνεται αίμα” εκ των προτέρων για ένα ενδεχόμενο που μπορεί να παραμείνει ενδεχόμενο;

 
eXTReMe Tracker