Του ΔΗΜΗΤΡΗ Α. ΚΑΤΣΟΡΙΔΑ
1. Τα χαρακτηριστικά των ευρωεκλογών
Το βασικό συμπέρασμα από τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών είναι ότι αυτές διεξήχθησαν σε γενικότερο κλίμα αδιαφορίας και συντηρητισμού, το οποίο ταυτόχρονα διαπερνάται από παρακμιακά φαινόμενα στους θεσμούς, στις αξίες, στην προοπτική, στην τέχνη, στην πολιτική, στα φαινόμενα τυφλής βίας κ.λπ., και τα οποία διαρκούν χρόνια.
Κατά πώς φαίνεται ο συντηρητισμός δεν είναι συγκυριακό φαινόμενο. Αυτό μπορούμε να το διαπιστώσουμε από το γεγονός ότι στις εμπειρικές έρευνες κοινής γνώμης οι αξίες της κοινωνίας είναι η οικογένεια, ο στρατός, η εκκλησία κ.λπ., ενώ μεγάλη μερίδα είναι υπέρ της κατάργησης της μονιμότητας στο δημόσιο, κατά του χωρισμού εκκλησίας-κράτους, υπέρ των απελάσεων των μεταναστών, απαιτεί περισσότερη δημόσια ασφάλεια και είναι ξενοφοβική. Όλα αυτά συνιστούν βέβαια ένα ιδιαίτερα ευνοϊκό περιβάλλον για τις ακροδεξιές απόψεις.
Όσον αφορά την αποχή, παρότι δεν έχει τα ίδια χαρακτηριστικά για τους απέχοντες και συνυπάρχουν πολλές και διαφορετικές τάσεις (π.χ. διαφορετική είναι η αντίληψη των δεξιών ψηφοφόρων από τους προοδευτικούς), εντούτοις ως πολιτική στάση ενέχει χαρακτηριστικά συντηρητισμού (όταν, για παράδειγμα, επικρατεί η αντίληψη «όλοι ίδιοι είναι»), ενώ την ίδια στιγμή κυριαρχεί η λογική της ανάθεσης και όχι της συμμετοχής.
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών για τον ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν καταστροφικό, όπως το παρουσιάζουν, ούτε συνιστά ήττα. Ήταν βέβαια κατώτερο των στόχων που είχαν τεθεί, όμως σταθεροποιείται περίπου στο ποσοστό του 2007, παρά τις εσωτερικές αδυναμίες και την ενορχηστρωμένη επίθεση. Η μη άνοδος των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αποχή και στην απογοήτευση της κοινωνίας, η οποία δεν πιστεύει ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν προς το καλύτερο.
2. Η απαξίωση της πολιτικής
Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Δ. Χρήστου, αυτό που κυριάρχησε στην κοινωνία είναι ένα γενικό “Δεν”. Ο κόσμος δεν πιστεύει στη συμμετοχή, δεν ελπίζει σε τίποτα, δεν ονειρεύεται, δεν πιστεύει στη συλλογική δράση, δεν έχει αυτοπεποίθηση (Δ. Χρήστου, «Πόσο χρειαζόμαστε την Αριστερά;», "Η Αυγή", 10.06.09).
Από τα προαναφερθέντα αποδεικνύεται ότι η οικονομική κρίση δεν συνεπάγεται αναγκαστικά και κοινωνική αριστερή ριζοσπαστικοποίηση. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι οι δυνάμεις της αριστεράς, συνολικά, υποχώρησαν ή παρέμειναν στάσιμες. Άρα δεν φταίνε μόνο τα λάθη σε επίπεδο τακτικής ή τα εσωτερικά προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ, παρότι έπαιξαν σημαντικό ρόλο, όπως για παράδειγμα η διαδικασία κατάρτισης του ευρωψηφοδελτίου.
Διότι αυτό που εισέπραξε η κοινωνία είναι ότι στο εσωτερικό του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ γίνεται μια μάχη για τις καρέκλες, είτε μεταξύ Χουντή και Παπαδημούλη είτε από πλευράς του ΔΗΚΚΙ για τη 2η θέση στο ευρωψηφοδέλτιο.
Αντί, λοιπόν, να προβάλουμε ως αριστερά την εναλλαγή των βουλευτών, εντός της θητείας, δηλαδή μια διαφορετική πολιτική κουλτούρα, προβάλαμε τις αστικές μορφές ιεραρχίας.
Έτσι, λοιπόν, η λογική του «όλοι ίδιοι είναι» είχε αντίκτυπο σε όλους και η αποχή είναι ένδειξη της απαξίωσης του πολιτικού συστήματος, με αποτέλεσμα να συμπαρασύρει και την αριστερά (δηλαδή, είναι κάτι ανάλογο με αυτό που έγινε με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, το 1989, όπου συμπαρέσυρε τους πάντες, ακόμη και αυτούς που ήταν αντιπολιτευόμενοι σε αυτό το καθεστώς).
Αν όλα αυτά συνδεθούν με την επίθεση που δέχτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ από όλο το πολιτικό φάσμα για τις κινηματικές του επιλογές, αλλά και από την έλλειψη κοινωνικής γείωσης, ιδιαίτερα σε χώρους εργασίας του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας, τότε μπορούμε να καταλάβουμε γιατί το αποτέλεσμα ήταν κατώτερο των προσδοκιών.
3. Η νεοφιλελεύθερη ηγεμονία
Λαμβάνοντας αυτά υπόψη, τότε η πιο εύλογη ερμηνεία της αποχής είναι η επικράτηση, στη συνείδηση των ανθρώπων, της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας ως μηχανισμού υπερίσχυσης των ατομικών έναντι των συλλογικών αξιών (βλ. Η. Ιωακείμογλου, «Οι δύο όψεις της αποχής», "Η Αυγή", 20.6.2009).
Εκεί, ακριβώς, βρίσκεται η ανεπάρκεια και το λάθος της αριστεράς. Η αριστερά νόμιζε ότι με το να θέσει στο επίκεντρο του λόγου της μόνο τα ζητήματα της οικονομικής βάσης (π.χ. της εθνικοποίησης των τραπεζών και της επαναφοράς του κράτους πρόνοιας) θα έλυνε το πρόβλημα.
Όμως, χωρίς να υποτιμάμε αυτά και άλλα παρόμοια ριζοσπαστικά αιτήματα, θεωρούμε ότι η αριστερά παράβλεψε αυτό που γίνεται στο νου και στη συνείδηση των ανθρώπων. Διότι ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι μόνο ένα πακέτο οικονομικών μέτρων, αλλά ταυτόχρονα και «μια φιλοσοφία της ζωής ή μια εφαρμοσμένη ηθική» (δες Ν. Σερβετάκης, «Ο ηγεμόνας και η Αριστερά», "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία", 21.6.2009).
Με λίγα λόγια οι νεοφιλελεύθεροι κατάλαβαν αυτό που δεν μπόρεσε να καταλάβει η αριστερά: το ζήτημα της ιδεολογικής ηγεμονίας. Ξέχασε η αριστερά ότι η ταξική πάλη δεν διεξάγεται μόνο στο επίπεδο της επιχείρησης, αλλά διεξάγεται ταυτόχρονα και στο επίπεδο της θεωρίας, δηλαδή του πολιτικού εποικοδομήματος, όπου με τη σειρά του επιδρά στην οικονομική βάση (για περισσότερα δες Δ. Κατσορίδας, Η Αντί-Ηγεμονία, εκδόσεις Καμπύλη/Ρωγμή, Αθήνα 2009).
Για ποιο λόγο να είσαι ενταγμένος σε έναν πολιτικό φορέα όταν θεωρείς ότι ζεις σε έναν κόσμο όπου όλα εξαρτώνται από τη δική σου ατομική προσπάθεια και όχι από τη συγκρότηση συλλογικοτήτων; Πώς να πείσει ένας αριστερός πολιτικός οργανισμός τον κόσμο αν ο κόσμος δεν θέλει να πεισθεί; Το πιο κραυγαλέο παράδειγμα, που αποδεικνύει του λόγου το αληθές, είναι το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα (ΝΑΚ) στη Γαλλία.
Το ΝΑΚ, ενώ είχε ένα σαφές αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και μια σαφή θέση ενάντια στην Κεντροαριστερά και ενώ οι δημοσκοπήσεις του έδιναν γύρω στο 12%, εντούτοις έλαβε 5% και δεν εξέλεξε ευρωβουλευτή. Αυτό δείχνει ότι δεν φτάνει μόνο ένα ξεκάθαρο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα για να έλθουν τα εργατικά-λαϊκά στρώματα στην αριστερά, αλλά θα πρέπει να συμβαδίζει και με μια αντίστοιχη κοινωνική κινητικότητα και ριζοσπαστισμό.
4. Η ήττα της εργατικής τάξης
Εν κατακλείδι, αυτό το οποίο συμβαίνει είναι ότι έχει μεγαλώσει μια γενιά με την ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού, ενώ η παλιά έχει ηττηθεί αποδεχόμενη τη λογική του ρεαλισμού. Όπως εύστοχα λέει ο Α. Μπαντιού, έχουμε μια «...αντεπανάσταση στο μυαλό των ανθρώπων» ("Η Αυγή", 21.6.2009). Υπό αυτή την έννοια έχουν ευθύνες και τα λαϊκά στρώματα που δεν κάνουν κάτι για να αλλάξει η κοινωνική τους κατάσταση.
Εκτός αυτών, όταν η εργατική τάξη έχει υποστεί ήττα και αποδιάρθρωση από τις συνέπειες της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης και από τις ασκούμενες νεοφιλελεύθερες πολιτικές, τότε, όπως παρατηρεί ο Α. Ταρπάγκος, «...αυτό το γεγονός δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να μεταφράζεται στη συνέχεια σε πολιτική άνοδο του αριστερού κινήματος: Αυτό θα ήταν άλλωστε το πολιτικά και εκλογικά παράδοξο» (βλέπε, Συνοπτική πρόταση εισήγησης, στην Πανελλαδική Σύσκεψη του «2ου Κύματος», Αθήνα, 4-7-2009).
Τελικά, τι μένει να κάνουμε;
Κατ' αρχάς, να ευχαριστήσουμε και να κρατήσουμε κοντά μας αυτούς που μας ψήφισαν σε δύσκολες συνθήκες. Δεύτερον, να καταλάβουμε ότι το έργο μας, εκτός από ακτιβιστικό, είναι και διαφωτιστικό. Τρίτον, να οργανώνουμε τις κοινωνικές αντιστάσεις και, Τέταρτον, να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε και να λειτουργούμε όπως πάντα σκεφτόταν και λειτουργούσε η αριστερά: με όρους κοινωνικών τάξεων και έτσι να απευθυνόμαστε στην κοινωνία.
1 σχόλια:
2 Αυγούστου 2009 στις 2:57 π.μ.
Σύντροφε
Ενώ η σκέψη σου είναι πλούσια και γεμάτη με ιδέες πελαγοδρομείς ανάμεσα στις ιδέες αυτές και οδήγησε σε λάθος διαπιστώσεις. Όταν λες για παράδειγμα το εντυπωσιακό ότι ο κόσμος "δεν θέλει να πεισθεί" και ότι "συντηρητικοποιείται" υπονοείς ότι αυτός ο κόσμος είναι πλήρως και ολόπλευρα ενημερωμένος και αποφασίζει απρόσκοπτα μεταξύ πολιτικών δυνάμεων που ισότιμα επιζητούν την ψήφο του; Τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι. Ζούμε σε κοινωνίες ταξικές στις οποίες κάποιες τάξεις κυριαρχούν πολιτικά και επιβάλλουν τους κανόνες τους στα πλαίσια πάντα ενός συσχετισμού δύναμης που τελικά δημιουργείται. Οι κυρίαρχες τάξεις δεν κατέχουν μόνον τον υλικό πλούτο αλλά και ιδεολογικούς μηχανισμούς μέσα από τους οποίους αναπαράγουν τις ιδέες τους. Στη σύγχρονη περίοδο παρότι απολάβουμε της αστικής δημοκρατίας οι συσχετισμοί δύναμης είναι συντριπτικοί σε βάρος των τάξεων που καταπιέζονται. Αυτούς ακριβώς τους συσχετισμούς λίγο πολύ εκφράζουν τα αποτελέσματα των εκλογών. Οι εκλογές εκφράζουν σε τελευταία ανάλυση το επίπεδο συνείδησης των εργαζομένων. Όταν αυτή η συνείδηση διαφθείρεται συστηματικά, καθημερινά και πολλαπλά από διάφορους μηχανισμούς και μέσα όπως π.χ. τα ΜΜΕ είναι επόμενο η αριστερά να μην έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Από κει και πέρα χρειαζόμαστε ένα πολιτικό υποκείμενο της αριστεράς που να μπορεί να αναλύει και να συνθέτει με επιστημονικό τρόπο τις καταστάσεις,ένα πολιτικό υποκείμενο με σταθερό προσανατολισμό, με συστηματική δουλειά, με αξιοποίηση της εμπειρίας, με ευελιξία στην τακτική, με έμπνευση κ.α. να μπορεί να οδηγεί τους εργαζόμενους σε νίκες και ανατροπές.
Δημοσίευση σχολίου