Του Βασίλη Θεοδώρου*
Παρακολουθούμε από καιρό μια άκρως ενδιαφέρουσα συζήτηση που αφορά τους κινδύνους και τις προοπτικές της μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα. Στο επίκεντρο του διαλόγου βρίσκονται σημαντικά ζητήματα όπως η δημοκρατική λειτουργία, η αποτελεσματικότητα, ο πλουραλισμός και η ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία. Παράλληλα αποτυπώνεται το πιεστικό και επείγον αίτημα της κοινωνίας να εισάγουμε νέες πολιτικές συμπεριφορές και πρότυπα βασισμένα στο ηθικό και αισθητικό προβάδισμα της Αριστεράς έναντι των πολιτικών της αντιπάλων. Πίσω από το τελευταίο ελλοχεύει η αγωνία της κοινωνίας για την ικανότητά μας να κυβερνήσουμε και ενδεχομένως η αγωνία για το ύφος και ήθος μιας ενδεχόμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Ορισμένες φορές η συζήτηση αυτή χάνεται μέσα στα θολά νερά μιας στείρας αντιπαράθεσης. Ο λόγος είναι η γνωστή γρίνια όσων αναζητούν, ως συνεπείς συλλέκτες, τα χαρακτηριστικά της σπανιότητας του να είναι κανείς (ή να αισθάνεται) Αριστερός. Τα κριτήρια είναι χαρακτηριολογικά... τα χαρακτηριστικά του αριστερού - όχι αυτά που ενώνουν την Αριστερά, αλλά αυτά που τη χωρίζουν... η πολιτική καταγωγή του αριστερού - όχι αυτή που αποτελεί κοινή αφετηρία όλων, αλλά αυτή που εξασφαλίζει την υπεροχή ενός, έναντι του άλλου... η διαίσθηση του αριστερού - όχι αυτή που διαβάζει τα μηνύματα μιας εποχής που λαός και πολιτική σπρώχνονται στη γωνία, αλλά αυτή που ανησυχεί για μαζικές εφόδους «εχθρικών δυνάμεων» και άλωση της φυσιογνωμίας μας.
Υπάρχει τελικά ένα κομμάτι του κόμματός μας που δεν έχει συναίσθηση της σημερινής πραγματικότητας; Όποιος προτάσσει την ιδεολογική καθαρότητα, έναντι της συσπείρωσης και της μαζικότητας, όποιος θεωρεί ότι η πολιτική καταγωγή υπερέχει ως κριτήριο του πολιτικού λόγου, όποιος αυτοαναγορεύεται θεματοφύλακας της «αριστεροσύνης», έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης για το ότι δεν αυξάνονται τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ, όπως θα αναμενόταν, σε αυτές τις πρωτόγνωρα αρνητικές συνθήκες για τους εργαζόμενους! Όποιος λοιπόν συνεχίζει να αναρωτιέται, σε μια σχεδόν ψυχαναγκαστική τελετουργία, για την αλλοίωση της φυσιογνωμίας μας, απλά έχει καταλάβει ελάχιστα για το διακύβευμα της ιστορικής στιγμής που διανύουμε. Έχει καταλάβει (ή έτσι καμώνεται) ακόμα λιγότερα για το πολιτικό και κοινωνικό στοίχημα του ΣΥΡΙΖΑ.
Φυσικά η παραπάνω συμπεριφορά έχει και τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά της - είναι μια συμπεριφορά κατανοητή και εν μέρει δικαιολογημένη. Φόβος για το μέλλον, άγχος, θλίψη, πένθος. Σε μια περίοδο που όλα γύρω μας καταρρέουν, είναι φυσικό πολλοί άνθρωποι να διακατέχονται από εσωστρέφεια και να πολιτικοποιούν τις φοβίες τους. Προσπαθούν έτσι να διατηρήσουν κάποια σταθερά σημεία στη ζωή τους, μια συνέχεια με το παρελθόν τους. Όμως η πολιτική είναι μια σύνθετα δυναμική διαδικασία, που οφείλει να απαντά, όχι μόνο στις εσωτερικές (ψυχολογικές και γνωστικές), αλλά κυρίως στις εξωτερικές συνθήκες και τις επιδράσεις αυτών. Στην αντίθετη περίπτωση η πολιτική απονευρώνεται, ξεκόβεται από την πραγματικότητα και το νόημά της και περιορίζεται σε μιαν ακόμα ψυχοθεραπευτική επιλογή ή εργασιοθεραπεία. Η θεραπευτική διάσταση της πολιτικής εμπεριέχεται με μοναδικό τρόπο στην εθελοντική προσφορά προς το συνάνθρωπο και το κοινωνικό σύνολο. Για την επίτευξη δε αυτής υπάρχει ένας και μοναδικός τρόπος: η συστράτευση και συσσωμάτωση σε κοινό αγώνα και η άδολη υπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος.
Παράλληλα εμφανίζεται το φαινόμενο να μονοπωλείται η σκέψη και η πρακτική ορισμένων συντρόφων, από το σκιάχτρο μιας αόριστης, πιθανολογούμενης μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ σε ένα νέο ΠΑΣΟΚ! Κανείς στον ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να δει ως παράδειγμα την ηθική, πολιτική και αισθητική παρακμιακή παρακαταθήκη του συγκεκριμένου κόμματος. Η πορεία όμως των κομμάτων ούτε νομοτελειακή είναι ούτε αποκλειστικά προϊόν εγκεφαλικού σχεδιασμού. Η συνεχής μονότονη επιστροφή στη συγκεκριμένη συζήτηση είναι μια προσέγγιση που απηχεί επί μέρους δυσαρέσκειες - είναι κατώτερη των περιστάσεων!
Τα πραγματικά προβλήματα των ημερών μας αφορούν: 1) τη στάση αναμονής που τηρεί απέναντι μας ο λαός περιμένοντας τα νέα δείγματα γραφής του νέου ενοποιημένου κόμματος, 2) την προετοιμασία μιας στερεής, συνεκτικής και ρεαλιστικής πρότασης διακυβέρνησης τόσο για τις πρώτες 100 ημέρες όσο και για τη συνέχεια, 3) τον σχεδιασμό της αντιμετώπισης κρίσεων, που μπορεί να συνδέονται είτε με τη λογική της αριστερής παρένθεσης, είτε της ελεγχόμενης σύγκρουσης με δυνάμεις της Χ.Α. ή ακόμα περισσότερο με την πιθανότητα μιας αριστερής διακυβέρνησης επί καμένης ελληνικής γης, μεταφορικά και κυριολεκτικά, 4) την προώθηση πρωτοβουλιών για δημιουργία ενός μετώπου των αριστερών δυνάμεων αρχικά στον ευρωπαϊκό Νότο και στη συνέχεια πανευρωπαϊκά, ικανού να αντιπαρατεθεί με τον νεοφιλελευθερισμό, τον παγγερμανισμό και την αποδόμηση της ευρωπαϊκής ιδέας.
Είναι προφανώς σωστή και ενδεδειγμένη η τακτική μας να θεωρούμε τη λαϊκή κυριαρχία τον ουσιαστικό παράγοντα που θα μας οδηγήσει στην εξουσία και όχι απλά στη διακυβέρνηση. Ωστόσο οφείλουμε να αναρωτηθούμε αν το μήνυμα μας είναι ξεκάθαρο και με ποια μέσα το υποστηρίζουμε! Αν η απήχηση μας δεν είναι αυτή που χρειαζόμαστε τότε κάποιο λάθος κάνουμε και πρέπει να το διορθώσουμε. Η απόδοση των δικών μας αδυναμιών στα χαρακτηριστικά της κοινωνίας αποτελεί σφάλμα και αποπροσανατολισμό.
Χρειαζόμαστε άμεσα ένα λειτουργικό, ενιαίο και διαρθρωμένο πολιτικό φορέα που να μπορεί να απαντήσει υπεύθυνα σε εύθραυστες και πιθανά ραγδαίες εξελίξεις. Ο χαρακτήρας του νέου κόμματος μαζί με τη διαμορφούμενη πολιτική μας πρόταση και τον προϋπάρχον ιδεολογικό μας προσανατολισμό πρέπει να προάγει και να έλκει τη λαϊκή συμμετοχή. Η διακηρυγμένη θέση: «ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση - ο λαός στην εξουσία» δεν θα πρέπει να οδηγεί σε αρνητικούς συνειρμούς αλλά στην παραδοχή ότι ήρθε η ώρα να δούμε τι μας ενώνει και να ενώσουμε τον ελληνικό λαό. Όλοι μαζί σε ένα ενιαίο κόμμα και έναν ενοποιημένο κοινωνικό χώρο, χωρίς θεματοφύλακες και αθεράπευτες φοβίες. Είναι ώρα για τη νέα Λαϊκή Κοινωνική Ενότητα - για το νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο της Αριστεράς!
*Ο Βασίλης Ν. Θεοδώρου είναι μέλος της Γραμματείας της Τ.Ε. ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ Πεντέλης και μέλος του Τμήματος Υγείας ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου