Του Μιχάλη Καστρινάκη
Το κύμα δυσανεξίας που κατέκλυσε τη ριζοσπαστική αριστερά για τη συνεργασία με τον Μητρόπουλο τροφοδοτείται από τις πηγές της βαθύτερης κακοδαιμονίας που πλήττει τον χώρο μας και έφερε στην επιφάνεια μερικές από τις απωθητικότερες, για την κοινωνία, πτυχές της φυσιογνωμίας του κόσμου μας.
Η αυτοαναφορικότητα, η έπαρση, η αδιαφορία για τις πραγματικές συνθήκες που υπάρχουν γύρω μας, η άρνηση κατανόησης του αναγκαίου, η καχυποψία για όσους δεν ανήκουν στο πολιτικό χωριό μας, ο πολιτισμικός σωβινισμός της πολιτιστικής αριστεράς και τελικά η πικρή πραγματικότητα πως αυτό που βαραίνει στην πραγματική ιδεολογία του χώρου μας (σε αντίθεση με την επίσημη εκδοχή της) είναι οι πολιτιστικού χαρακτήρα αναφορές και όχι η πολιτική συγκρότηση, αναδείχτηκαν με κραυγαλέο τρόπο σε αυτή την υπόθεση.
Όλα τα προφανή, που προκύπτουν από την ανάγνωση των όρων της συγκυρίας, δηλαδή η ταξική χούντα του Κεφαλαίου και συνεπώς η αναγκαιότητα για Ταξική Αντιδικτατορική Δημοκρατική Ενότητα, ξεχάστηκαν μπροστά στην αισθητική απέχθεια, το πολιτισμικό σοκ και τον κοινωνικό σεχταρισμό που διαπέρασε τον χώρο μας όταν η ηγεσία μας αποφάσισε να ρισκάρει επιλέγοντας να συμμαχήσει με αυτούς που στο κρισιμότερο ζήτημα λένε περίπου τα ίδια με εμάς.
Το πρόβλημα είναι πως οι μίζερες αντιδράσεις στην υποψηφιότητα Μητρόπουλου ήταν πλειοψηφικές και διαπέρασαν το σύνολο του χώρου, από την Πολιτική Γραμματεία του Κόμματος μέχρι τους ψηφοφόρους μας στα πιο μικρά χωριά. Η ένδεια των επιχειρημάτων κατά της επιλογής Μητρόπουλου σε τίποτα δεν επηρέασε τη δημοφιλία τους στη ριζοσπαστικά αριστερά.
Αυτό το παράδοξο εξηγείται αν κατανοήσουμε πως στην πραγματικότητα δεν επρόκειτο για πολιτικά επιχειρήματα, αλλά για πρόχειρες προσπάθειες επένδυσης με πολιτική ορολογία μιας βαθιάς ψυχικής διάθεσης.
Ηγετικά στελέχη του Συνασπισμού επικαλούνται προσχηματικά επιχειρήματα, όπως είναι η θέση πως η συνάντηση με αυτούς που φεύγουν από το ΠΑΣΟΚ θα πραγματοποιηθεί στα ουράνια λιβάδια των αγώνων της βάσης και όχι στο Καθαρτήριο των συνεννοήσεων ηγετικών ομάδων. Αυτό δεν σημαίνει πως αυτά τα στελέχη ξέχασαν την αλφαβήτα της πολιτικής και δεν μπορούν να κατανοήσουν πως οι συναντήσεις (και όχι προσχωρήσεις) πολιτικών χώρων συντελούνται σε όλα τα επίπεδα και πολύ συχνά η πρωτοβουλία των ηγετικών ομάδων επιταχύνει αυτό που στη βάση συντελείται με αργούς ρυθμούς.
Ηγετικά μας στελέχη φοράνε την εισαγγελική τήβεννο του πολιτικού γεωγράφου και αποφαίνονται πως δεν υπάρχει σοσιαλιστικός χώρος. Αυτό δεν σημαίνει, όσο κι αν μοιάζει με αυτό, πως ζήλεψαν τη δόξα και την (λέμε τώρα) επιστημονική μεθοδολογία όσων κραυγάζουν πως δεν υπάρχουν εθνικές μειονότητες στη χώρα μας.
Όταν ηγετικά μας στελέχη καταφεύγουν σε τόσο προσχηματικό απολίτικο λόγο, απλώς εκπέμπουν τα σημειολογικά σήματα ενός ιερατείου που αισθάνεται την υποχρέωση να προσφέρει μια επικάλυψη πολιτικής ορολογίας στο σύνδρομο σκαντζόχοιρου που ηγεμονεύει στην κουλτούρα της βάσης.
Και τα ράσα της βάσης
Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερο μου εμπεδώνεται η αίσθηση πως, παρά τα τεράστια οργανωτικά και πολιτικά προβλήματα του χώρου μας, παρά την άθλια δημόσια εικόνα της καρεκλομαχίας που επικρατεί την τελευταία διετία, παρά τη λυσσαλέα αντίδραση ακραία γραφειοκρατικών μηχανισμών που λυμαίνονται τον χώρο, το μεγαλύτερο πρόβλημα της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής αριστεράς, αυτό που την καταδικάζει στα εκλογικά ποσοστά της, αυτό που εμποδίζει την επαφή της με δυναμικά ακροατήρια που θα μπορούσαν να αποτελούν δεξαμενές ανανέωσης του στελεχιακού της δυναμικού, είναι αυτό που η κοινωνία προσλαμβάνει ως κυρίαρχη αίσθηση από την παρουσία μας: η πλειονότητα των πολιτών που ανήκουν στον χώρο μας λειτουργούν με απίστευτη αλαζονεία και έπαρση απέναντι στην κοινωνία. Γκρινιάζουν, κουνάνε το δάκτυλο, καταγγέλλουν τους συμπολίτες τους ως ηλίθιους ή συμβιβασμένους, περιφέρονται επιδεικνύοντας την υπεροχή που προκύπτει από την αίσθηση συμμετοχής σε ένα τάγμα δικαιωμένων μοναχών που νιώθουν περήφανοι ως μοναχοί και θέλουν εσαεί να παραμείνουν μοναχοί και μακριά από την πλέμπα.
Είναι ολοφάνερο πως ο Συνασπισμός πλήρωσε σε αυτές τις εκλογές το τίμημα της μακρόχρονης ανοχής του σε αυτή τη συγκρότηση της βάσης του.
Είναι ολοφάνερο επίσης πως αυτές οι χρόνιες ασθένειες δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με αμφίσημες αποφάσεις, μισόλογα και υπαναχωρήσεις. Πέρα από τα αναγκαία που δεν πρόκειται να γίνουν ποτέ (συζητήσεις, σεμινάρια, διαλέξεις κ.λπ.) η ηγεσία του κόμματος πρέπει να διακηρύξει την περηφάνια της που είχε την τόλμη να δοκιμάσει μια πολιτική επιλογή με αναφορά στην κοινωνία και όχι στο εσωτερικό του χώρου.
Οι μεγάλες τομές, τα σημαντικά εγχειρήματα δεν κρίνονται από την πρώτη στιγμή της εκδήλωσής τους. Η πολιτική της συμπόρευσης με τον αριστερό σοσιαλιστικό χώρο πρέπει να συνεχιστεί με συνέπεια. Για το καλό της κοινωνίας και την ενίσχυση των προοπτικών ανατροπής της ταξικής χούντας. Για το καλό του χώρου μας, ο οποίος θα περιέλθει σε δεινή θέση αν ο χώρος των αριστερών σοσιαλδημοκρατών και σοσιαλιστών συγκροτηθεί χωρίς να έχουμε καμία επαφή μαζί του.
* Ο Μιχ. Καστρινάκης είναι μέλος της ΚΠΕ