Του Τάσου Τρίκκα
Από τα σημερινά "ολίγα" την πρωτοκαθεδρία δεν μπορούν παρά να έχουν τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών. Παρ' όλο που το θέμα χάνει σιγά - σιγά την επικαιρότητά του, καθώς ο χρόνος κυλάει και ο ορίζοντας σκοτεινιάζει όλο και περισσότερο από τις συσσωρευμένες απειλές με την επιμήκυνση της "κηδεμονίας" της τρόικας... Αλλά το θέμα γίνεται ο κρίκος για να αδράξει κανείς την αλυσίδα των κρίσιμων προβλημάτων -και είναι τόσα πολλά!- της δικής μας αριστεράς.
Της δικής μας αριστεράς, που οφείλει να εγκύψει, χωρίς δραματοποιήσεις και κλαυθμηρισμούς, αλλά και χωρίς υπεκφυγές και προσπάθειες αυτοεπιβεβαίωσης, στη σοβαρή αποτυχία της. Δεν πείθουν οι ακροβατικοί ισχυρισμοί περί "σταθερότητας σε ποσοστά, που όμως συνιστά στασιμότητα". Και ενοχλεί -τουλάχιστον- η τόσο σύντομη λησμοσύνη που έρχεται, για μια ακόμη φορά, να καλύψει στόχους που είχαν εμφατικά διακηρυχθεί (διψήφιο ποσοστό για την Αττική) και προσδοκίες που είχαν με περισσή ευκολία καλλιεργηθεί. Προκαλεί, αλήθεια, εντύπωση η αβασάνιστη τοποθέτηση, όχι μόνο τώρα, του πήχη υπερφυώς υψηλά (τρεις ώς τέσσερις ευρωβουλευτές κ.λπ. κ.λπ.). Γιατί άραγε;
Ο ΣΥΝ είναι το κόμμα μας και χρέος μας είναι να είμαστε αυστηροί μαζί του. Αυστηροί με τον εαυτό μας, τους συντρόφους μας, τα κεντρικά του όργανα και τις αποφάσεις τους, όπως η πρόσφατη απόφαση της ΚΠΕ. Που αποπνέει αμηχανία, διάθεση "σπρωξίματος προβλημάτων κάτω από το χαλί" και μετάθεσης ευθυνών, αδυναμία παραγωγής πολιτικής.
Υπάρχουν ευτυχώς στο τελικό κείμενο ορισμένα ψήγματα αυτοκριτικής, καθώς και μερικά "κλικ" αναδίπλωσης από εξωραϊστικές και διχαστικές τοποθετήσεις στις αρχικές δηλώσεις και την εισηγητική ομιλία. Αλλά παραμένουν σ' αυτήν δείγματα μιας νοοτροπίας που θέλουμε να πιστεύουμε ότι έχουμε αφήσει πίσω μας, όπως η κατασκευή εσωτερικών εχθρών και η επινόηση πλαστών διλημμάτων.
Η αμηχανία και η μετάθεση ή απόκρυψη ευθυνών συνδέονται σε μεγάλο βαθμό με την απόρριψη, στην κάλπη, του πολλά υποσχόμενου ιδεολογήματος της "συνάντησης με τον σοσιαλιστικό χώρο". Το οποίο, χωρίς να θέλουμε να το αδικήσουμε, μας θυμίζει κατά κάποιον τρόπο την έκκληση του Λεωνίδα Κύρκου για "τη συνάντηση των δύο μεγάλων ρευμάτων της ελληνικής κοινωνίας, του ΣΥΝ και του ΠΑΣΟΚ".
Βεβαίως, το πρόβλημα είναι υπαρκτό. Τώρα περισσότερο με τη "μνημονιακή" πολιτική της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, αλλά και πριν. Όχι όμως ως ευκαιρία "διεμβολισμού" του (ο διεμβολισμός ως έννοια είναι προϊόν της κουλτούρας του ΠΑΣΟΚ, εγχείρημα που δοκιμάστηκε σε βάρος της αριστεράς), αλλά ως άνοιγμα στον χώρο των αριστερών του ΠΑΣΟΚ, οπαδών και μελών του. Που δεν συγκροτούν, ασφαλώς, "σοσιαλιστικό χώρο" -παρόμοιος χώρος ούτε υπήρξε ποτέ στην Ελλάδα ούτε υπάρχει και σήμερα.
Ένα τέτοιο άνοιγμα με στόχο την προσέγγιση των "θέσει" ή "δυνάμει", κοινωνικά και πολιτικά, οπαδών και μελών του ΠΑΣΟΚ, που διαφοροποιούνται με την αντίθεσή τους στο "Μνημόνιο", για να επιτύχει πρέπει να έχει ως κέντρο αναφοράς του την αριστερά, μια αριστερά φερέγγυα, ανορθωμένη, απαλλαγμένη από τα σημερινά αδιέξοδα και συσπειρωμένη στους φορείς της, τον ΣΥΝ, τον ΣΥΡΙΖΑ με όλες τις δυνάμεις του, χωρίς αποκλεισμούς.
Στη χώρα μας δεν τίθεται θέμα διαμεσολάβησης για μια παρόμοια προσέγγιση. Ούτε υπάρχουν μορφώματα, όπως η γερμανική WASG, ούτε μπορεί να δημιουργηθούν τεχνητά. Με αναφορά στην αριστερά, και μέσα από μια κοινή, κινηματική πορεία αγώνων είναι εφικτή η σύγκλιση και συνδιαμόρφωση σχημάτων συνεργασίας με τον κόσμο των αριστερών και "αντιμνημονιακών" του ΠΑΣΟΚ. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος.
Και, βέβαια, ένα παρόμοιο πολιτικό σχέδιο δεν είναι δυνατόν, σε καμιά περίπτωση, να έρθει σε αντιπαράθεση με την επιλογή του ΣΥΝ για τη συνεργασία με τον ριζοσπαστικό αριστερό χώρο, τη στρατηγική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ. Μια τέτοια ιδέα αλλαγής συμμαχιών θα ήταν ολέθρια.
Πρώτιστο προαπαιτούμενο για όλα αυτά είναι η παραγωγή πολιτικής από τον ΣΥΝ. Και, δυστυχώς, το ερώτημα έχει τεθεί: Είναι σήμερα σε θέση ο ΣΥΝ να παραγάγει πολιτική; Γιατί ασφαλώς δεν αποτελεί πολιτική η απόπειρα "μεταγραφής" της γερμανικής "Die Linke" στη χώρα μας, και μάλιστα με προφανή πλήρη αγνόηση των όρων που επέτρεψαν την επιτυχία του εγχειρήματος των Γερμανών συντρόφων μας.
Όσο για την αναγωγή του ιδεολογήματος της "συνάντησης με τον σοσιαλιστικό χώρο" σε "σύμβολο που μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για να διευρυνθούν οι ρωγμές στο πολιτικό σύστημα" (υποστηρίχθηκε και αυτό), τι να πει κανείς; Έχει τόση σχέση με την παραγωγή πολιτικής, όση ο φάντης με το ρετσινόλαδο.
Υπάρχει βέβαια το επίμονο σφυροκόπημα από τον ΣΥΝ του μισητού "Μμηνονίου". Αλλά, για να λειτουργήσει αυτό με πολιτική αποτελεσματικότητα, χρειάζεται να συμπληρωθεί με συγκεκριμένες προτάσεις, που να το συναρθρώσουν σε μια ενιαία γραμμή με το κεντρικό επίδικο, που είναι η αντιμετώπιση του χρέους.
Προτάσεις για το χρέος -όχι σιωπή. Η διαμόρφωσή τους παρουσιάζει αναμφίβολα σοβαρές δυσκολίες. Το έδαφος είναι ολισθηρό και ελλοχεύουν οι κίνδυνοι απλουστευτικών εσφαλμένων προσεγγίσεων. Αλλά ο κίνδυνος του κενού, της σιωπής, είναι ακόμη μεγαλύτερος. Χωρίς την ψηλάφηση, έστω, ιδεών όπως ο "μη νόμιμος" χαρακτήρας του χρέους, η μερική διαγραφή του (με τα αναγκαία συμπληρώματα, όπως ο δημόσιος έλεγχος του πιστωτικού συστήματος), η επανεξέταση των σχέσεων με την Ευρωζώνη.
Η υπερβολική "σύνεση" δεν συμβάλλει στην άρθρωση ενός άρτιου πολιτικού λόγου. Ο ΣΥΝ δεν παράγει πολιτική. Και οι πλούσιες προγραμματικές επεξεργασίες του δεν αξιοποιούνται, καθώς δεν συνδέονται με το κεντρικό διακύβευμα που συμπυκνώνει και "απεικονίζει" τις κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις εκεί όπου κρίνονται οι συσχετισμοί.
Στο πεδίο της χάραξης πολιτικής διαπιστώνεται μαζί με τα σημαντικά ελλείμματα ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα: Η διευκόλυνση της δημιουργίας κάποιων δυσάρεστων εντυπώσεων και υπονοιών για τα πραγματικά κίνητρα ορισμένων πρωτοβουλιών της ηγεσίας του ΣΥΝ. Αίφνης, μήπως η σπουδή της (μονομερούς) εξαγγελίας της απόφασης για τη στήριξη της υποψηφιότητας στην Αττική από τον "σοσιαλιστικό χώρο" αποτελούσε τακτικισμό με στόχο τη φραγή σε άλλες υποψηφιότητες;
Όσα ειπώθηκαν από υπεύθυνα χείλη στη συζήτηση της ΚΠΕ περί "ετεροπροσδιορισμού" του ΣΥΝ ενισχύουν τις σχετικές υποψίες. Όπως και η προβολή τεχνητών διλημμάτων: "Ενότητα ή καθαρότητα;". "Ευρωπαϊσμός ή εθνοκεντρισμός;". "Συμβατά ή μη πολιτικά σχέδια;".
Και για τον ΣΥΡΙΖΑ -κομβικό σημείο της στρατηγικής της δικής μας αριστεράς- επιστρατεύονται παρόμοια διλήμματα: Οι "δύο δρόμοι", μπροστά στους οποίους, κατά την απόφαση της ΚΠΕ, βρίσκεται το συμμαχικό σχήμα. Ο δεύτερος δρόμος, τον οποίο δεν επιλέγει, προς το παρόν, η ηγεσία του ΣΥΝ, αφορά "την παραδοχή της αδυναμίας να προχωρήσουμε όλοι μαζί και την αναζήτηση νέων σχημάτων και νέων μορφών συνεργασίας".
Και μόνο με την ένταξή του στην ατζέντα, εγγράφεται ένα μεγάλο ερωτηματικό ως προς την πρόθεση του ΣΥΝ να εμμείνει ή να εγκαταλείψει τη στρατηγική επιλογή της συμμαχίας με τις δυνάμεις του αριστερού ριζοσπαστικού χώρου.
Χαρακτηριστική άλλωστε είναι η απουσία οποιασδήποτε αυτοκριτικής για τις ευθύνες του ΣΥΝ -δεν είναι βέβαια οι μοναδικές- για τη σημερινή άσχημη κατάσταση του σχήματος, καθώς και για την κάθοδο δύο ψηφοδελτίων στην περιφέρεια της Αττικής, που δεν ήταν αναπόφευκτη.
Τον δρόμο για την αναγκαία ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει υποδείξει από καιρό ο Γιάννης Δραγασάκης με άρθρο του στην "Αυγή" της 21.6.09. Πρωτεύουσα θέση σ' αυτόν έχει "η εξασφάλιση πολιτικών δικαιωμάτων στα μέλη του" και "η δυνατότητα η ηγετική έκφραση του ΣΥΡΙΖΑ να εκλέγεται από τα μέλη του αντί να ορίζεται [αποκλειστικά] από τις συνιστώσες".
Ασφαλώς ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε μπορεί ούτε πρέπει να γίνει κόμμα, αφού η δική μας αριστερά δεν μπορεί παρά να είναι πληθυντική. Αλλά επιβάλλεται η σύζευξη της ιστορικότητας και αντιπροσωπευτικότητας του ΣΥΡΙΖΑ με την αρχή της αιρετότητας, που απαιτεί η δημοκρατική του συγκρότηση. Για παράδειγμα, μια Κεντρική Συντονιστική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να αποτελείται από τους οριζόμενους από κάθε συνιστώσα εκπροσώπους και από ίσο αριθμό μελών εκλεγόμενων από τη βάση.
Πρόκειται για ένα ουσιαστικό βήμα για την έξοδο από το σημερινό τέλμα, που θα επιτρέψει να φυσήξει ο ζείδωρος άνεμος του "λαού της αριστεράς" στον ΣΥΡΙΖΑ θέτοντας τέρμα στις "μάχες για μικροκομματικά οφέλη και μικροεξουσίες".
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου