Ριζοσπαστική Αριστερά: Στερεότυπα, παθογένειες και προοπτικές

Του Νίκου Χατζηγιαννάκη*


Τον τελευταίο χρόνο, υπό το βάρος πρωτοφανούς ταξικής επίθεσης, κάποια τμήματα της ριζοσπαστικής αριστεράς εντός και εκτός ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ αναδιπλώνονται σε μια ανούσια «επαναστατικότητα» κι έναν ανορθολογικό εκτροχιασμό, δείγματα των οποίων αποτελούν:


* Οι προφητείες περί επερχόμενης εξέγερσης εργατικής ή νεανικής που διαρκώς αναβάλλεται.


* Η συνθηματολογία «να φύγει τώρα η κυβέρνηση» χωρίς να προτείνεται αντικαταστάτης.


* Οι αυταπάτες περί ωρίμανσης συνθηκών ανατροπής του καπιταλισμού, χωρίς να περιγράφεται το διάδοχο σύστημα.


* Η φαντασίωση ότι τα κινήματα αντίστασης και ανυπακοής, συντεχνιακά και θεματικά, μπορούν να καλύψουν την ανεπάρκεια του ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ. Ή συναφώς ότι η μαχητικότητα και αγωνιστικότητα μπορούν να υποκαταστήσουν τις αδυναμίες της πολιτικής.


* Τα οργανωτικά τεχνάσματα για το πλασάρισμα κάθε ομάδας εντός της αριστεράς, που ενίοτε υπερβαίνουν την κοινή λογική. Όπως λ.χ. απόκτηση κάρτας μέλους από πολλούς ταυτόχρονα πολιτικούς φορείς που συμπαρατάσσονται(;).


* Ο «ναρκισσισμός των μικρών διαφορών» (Κώστας Δουζίνας), ως απόρροια ιδεοληπτικών αγκυλώσεων.


* Η ενοχοποίηση ως συμβιβασμένων όσων επιδιώκουν να ισορροπήσουν μεταξύ του εφικτού και του οραματικού, ιδιαίτερα όταν το πραγματικό αποκλίνει από το ιδανικό.


* Η αντίληψη ότι ο πολιτικός τακτικισμός συλλήβδην συνιστά ασυνέπεια και οπορτουνισμό.


* Η «επαναστατική» και λαϊκιστική ρητορεία, χωρίς να συνοδεύεται από την ανάλυση του μερικού και ειδικού.


* Η αναβίωση σταλινικών και σεχταριστικών πρακτικών.


* Η αναπόληση του παρελθόντος της αριστεράς και η επιδίωξη μηχανιστικής μεταφοράς του στο παρόν.


* Η ασυγκράτητη βουλησιαρχία και βολονταρισμός που αγνοούν τις κοινωνικές συντεταγμένες.


Μια τέτοια πολιτική συμπεριφορά θα μπορούσε να ερμηνευτεί με όρους ψυχολογίας:


* Ως απέλπιδα και σπασμωδική αντίδραση όσων λειτουργούν παρορμητικά και θυμικά, συγχέοντας την επιθυμία με την πραγματικότητα.


* Ως έκφραση μικροαστικής ανυπομονησίας να υπάρξει επιτέλους το αποτεφρωμένο τοπίο της νέμεσης κι ύστερα βλέπουμε.


* Ως απότοκος του φορτίου που μεταφέρουν ορισμένοι σύντροφοι κάποιας ηλικίας. Το στίγμα του ηττημένου, το σύμπλεγμα του καταδιωκόμενου, το κενό των ανεκπλήρωτων οραμάτων, το σύνδρομο της δικαίωσης και της ρεβάνς, την κουλτούρα των εσωκομματικών διχασμών.


Είναι εμφανής εν προκειμένω η αδυναμία να διαχωριστούν δύο ανεξάρτητες, αλλά αλληλοσυμπληρούμενες διανοητικές λειτουργίες. Αφενός η περίσκεψη, ενόραση, διορατικότητα, διάγνωση, λογική, ρεαλισμός, υπευθυνότητα που αποτελούν τα εργαλεία πολιτικής σκέψης και δράσης. Και αφετέρου η μεγάλη ιδέα, το υψηλό νόημα, το όραμα και συναίσθημα που χαλυβδώνουν τη θέληση, τροφοδοτούν το φαντασιακό και διατηρούν απρόσβλητο το πλαίσιο αξιών των αριστερών. Στην περίπτωσή μας τα πάντα υποτάσσονται στο συναίσθημα και τον τελικό σκοπό με τραγικά επακόλουθα.


Με πολιτικούς όρους οι σύντροφοι αυτοί εμφανίζονται διαπρύσιοι κήρυκες της ανατρεπτικής και αντικαπιταλιστικής αριστεράς, σε αντίθεση -υποτίθεται- με την προγραμματική, μεταρρυθμιστική και θεσμική αριστερά. Επαναφέρεται δηλαδή ένα ψευτοδίλημμα, ένα ανυπόστατο αντιθετικό δίπολο, καθότι οι πλείστοι σύγχρονοι θεωρητικοί αποδέχονται ότι η αριστερά είναι δισυπόστατη και προορισμένη να υποδύεται ταυτόχρονα διπλό ρόλο. Αν περιοριστεί αποκλειστικά σε θεσμικό και προγραμματικό ρόλο, χωρίς όραμα υπέρβασης του καπιταλισμού, φλερτάροντας με το έκτρωμα της λεγόμενης «κεντροαριστεράς», απογυμνώνεται πολιτικά και ηθικά, υποχρεούμενη σε ομολογία πίστεως στις κυρίαρχες ελίτ. Αλλά κι αν παραμείνει αποκλειστικά κινηματική, αντισυστημική και οραματική χωρίς προγραμματικό λόγο και στοιχειώδη πραγματισμό, συρρικνώνεται, μετατρεπόμενη σε μωσαϊκό αλληλοσπαρασσόμενων ομάδων και αερολογούντων ψευτοεπαναστατών.


Το μοναδικό πραγματικό δίλημμα που τίθεται είναι η εκάστοτε δοσολογία ρεαλισμού και υπερβατικότητας. Επ’ αυτού θα υποστήριζα ότι, υπό συνθήκες δυσμενέστατων κοινωνικοπολιτικών συσχετισμών και απουσίας επεξεργασμένου, εναλλακτικού στον καπιταλισμό μοντέλου, προεξέχει το καθήκον επιμέρους μεταρρυθμίσεων, ρήξεων και τομών εντός του συστήματος που σταδιακά θα μεταβάλλουν τη συνείδηση της κοινωνίας και θα ανοίγουν δρόμους συνολικότερου σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.


Αυτό προϋποθέτει ισχυρό και θωρακισμένο φορέα της αριστεράς, διευρυμένο πολιτικό μέτωπο, πολιτικό σχεδιασμό και αξιόπιστο προγραμματικό πλαίσιο.


 


* Ο Νίκος Χατζηγιαννάκης είναι μέλος ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ

Συνασπισμός: Κανένα βήμα μπροστά, πολλά βήματα πίσω

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΙΩΖΟΥ*


 


Κι εσύ προσδοκία πού πας;


Έχουν ξυπνήσει από ώρα οι αρνήσεις,


κι εγώ, πού είμαι κι ονομάζομαι


προχωρημένη ώρα


τι γυρεύω ανάμεσα σε τούτες, τις νήπιες διαθέσεις




Αυτοί οι στίχοι της Κ. Δημουλά εκφράζουν με τον πιο ανάγλυφο τρόπο τις αρνήσεις μας ως προς την ακολουθούμενη πολιτική του Συνασπισμού και τον ενταφιασμό των όποιων προσδοκιών είχαμε από αυτόν.


Γιατί αυτή η προχωρημένη ώρα για την κοινωνία -μια κοινωνία που κινείται στα άκρα- αλλά προχωρημένη και για την αριστερά, απαιτεί ρηξικέλευθες προτάσεις, τολμηρές πολιτικές πρωτοβουλίες, ανάληψη πολιτικού ρίσκου, αυταπάρνηση και αυτοθυσία από τα μέλη της.


Είναι η ώρα για την επανίδρυση της κομμουνιστικής αριστεράς, με σαφείς ταξικές αναφορές και κοινωνικούς προσδιορισμούς, θέτοντας ως τελικό στόχο τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.


Ενός κομμουνισμού του 21ου αιώνα, που θα εξετάζει κριτικά τη μέχρι τώρα πορεία του κομμουνιστικού και επαναστατικού κινήματος, απορρίπτοντας τα γραφειοκρατικά και σταλινικά κρατικά μορφώματα του παρελθόντος και ταυτόχρονα τις μέχρι τώρα αυταπάτες που μας διακατείχαν, για τη σταδιακή μετεξέλιξη του καπιταλισμού -μέσω διαρθρωτικών αλλαγών- που υποτίθεται πως θα μας οδηγούσαν στον σοσιαλισμό.


Μια αντίληψη που το μόνο που έχει παράξει, είναι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και προέδρους ποδοσφαιρικών Α.Ε.


Άλλωστε τέτοιου είδους αντιλήψεις τις έχει γκρεμίσει με πάταγο η σημερινή καπιταλιστική βαρβαρότητα που ζούμε.


Είναι εσωτερική ανάγκη να πιάσουμε απ' την αρχή, το νήμα των καλύτερων επαναστατικών παραδόσεων του κομμουνιστικού κινήματος.


Ενός κινήματος που δεν θα είναι κρατικοδίαιτο, που δεν θα εξαντλεί τη δραστηριότητά του στο πλαίσιο του Κοινοβουλίου και των τηλεοπτικών εκπομπών, που οι συνδικαλιστές του θα αποποιηθούν των προνομίων που τους έχουν εκχωρηθεί -για λόγους ευνόητους- και που δικαιολογημένα οι εργαζόμενοι τους κατατάσσουν στην εργατική αριστοκρατία.


Μια κομμουνιστική αριστερά που δεν θα είναι αφομοιωμένη, αρνούμενη τον ρόλο που της επιφυλάσσει το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, ως βαλβίδα ασφαλείας για την εκτόνωση και απομείωση των κοινωνικών κραδασμών.


Αλλά μια κομμουνιστική αριστερά, που θα οικοδομεί σχέσεις εμπιστοσύνης με τον λαό, θα πρωτοστατεί στους αγώνες του, θα συμμετέχει στις αγωνίες του, θα επεξεργάζεται και θα προτείνει λύσεις στα προβλήματά του και θα δίνει όραμα στην κοινωνία.


Άγχεται ο Συνασπισμός για το πώς θα βρεθεί λύση στο πρόβλημα αποπληρωμής του εσωτερικού χρέους.


Πολλές προτάσεις πέφτουν στο τραπέζι.


Επιμήκυνση, ευρω-ομόλογο, απευθείας δανεισμός από την ΕΚΤ, ειδικές μέριμνες για ταμεία εργαζομένων που έχουν επενδύσει σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, εξασφάλιση μεμονωμένων φτωχών επενδυτών και, βέβαια, όλα αυτά απαιτείται να συνομολογηθούν σε ευρωπαϊκή κλίμακα.


Γιατί σε διαφορετική περίπτωση η χώρα θα βρεθεί εκτός Ε.Ε.


Και αν συμβεί κάτι τέτοιο, το Σουδάν θα φαντάζει Ελβετία -τονίζει με δηλώσεις του ο σ. Τσίπρας-, ενώ αμέσως πιο πάνω -στην ίδια συνέντευξη- αποδέχεται πως η σημερινή πολιτική της Ε.Ε. οδηγεί τη χώρα στο να μεταβληθεί σε μπανανία λατινοαμερικάνικου τύπου.


Μπρος γκρεμός λοιπόν και πίσω ρέμα.


Πέρα από την "αισιοδοξία" που αποπνέει μια τέτοια τοποθέτηση, ομολογείται απερίφραστα ο φόβος που έχει καταλάβει και έχει καταβάλει την ηγεσία του Συνασπισμού. Είναι καιρός να απορρίψουμε τα φοβικά σύνδρομα. Να εμφυσήσουμε θάρρος και αυτοπεποίθηση στην κοινωνία.


Να πούμε καθαρά πως το μόνο χρέος που έχουμε ως κοινωνία και ως χώρα είναι η μη αποδοχή του χρέους και η απαίτηση της παραγραφής του.


Ένα αίτημα που πρέπει να το καταστήσουμε κυρίαρχο, να αποτελέσει αίτημα αιχμής των συνδικαλιστικών, κοινωνικών και πολιτικών οργανώσεων, γιατί χωρίς την προβολή αυτού του αιτήματος, η όποια αντιμνημονιακή πολιτική καθίσταται κενή περιεχομένου.


Είναι το μόνο αίσθημα που είναι ικανό να δημιουργήσει ρήγματα στους κόλπους της Ε.Ε., διαχέοντας την κρίση σε όλες τις χώρες του Νότου και στο βύθισμα σε νέα, μεγαλύτερη κρίση την οικονομία των ισχυρών της Ε.Ε., τινάζοντας στον αέρα τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εκπορεύονται από αυτήν, αφυπνίζοντας παράλληλα τους χειμαζόμενους λαούς της Ευρώπης.


Το δίλημμα δεν είναι αν θα είμαστε μέσα ή έξω από την Ε.Ε. Το δίλημμα είναι αν η χώρα και ο λαός της έχουν προοπτική και μέλλον στην Ε.Ε και αν αυτή η Ε.Ε. με τη συγκεκριμένη δομή και με τη θεσμοθέτηση του νεοφιλελευθερισμού μπορεί, και αν θέλουμε και αν πρέπει να υπάρξει.


 


Τι να κάνουμε


 


Το κλασικό λενινιστικό ερώτημα "Τι να κάνουμε" τίθεται με τον πιο δραματικό τρόπο σήμερα μπροστά μας. Να παραμείνουμε στον Συνασπισμό και να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε τους συσχετισμούς στο εσωτερικό του; Ή να αποτελέσουμε ξεχωριστή πολιτική δύναμη, που θα παλέψει να αλλάξει τους πολιτικούς συσχετισμούς στο επίπεδο της ελληνικής κοινωνίας; Δύσκολο το ερώτημα, αλλά κομβικό για την περαπέρα πορεία μας.


Για να απαντήσουμε όμως στο πιο πάνω ερώτημα, θα πρέπει να εξετάσουμε με νηφαλιότητα και χωρίς συναισθηματισμούς τη φύση, τη μέχρι τώρα πορεία και την προοπτική του Συνασπισμού. Ο Συνασπισμός από την αρχή της συγκρότησής του αποτελείτο από ένα συνονθύλευμα ιδεολογικών και πολιτικών απόψεων, ετερόκλητων και συχνά αλληλοαναιρούμενων, με αποτέλεσμα την πολιτική αφασία και τη συνεχή εσωστρέφεια. Όσο, βέβαια, επικρατούσε κοινωνική και πολιτική νηνεμία, μπορούσε να πορεύεται, με μοναδική φιλοσοφία μια ισχνή κοινοβουλευτική εκπροσώπηση και την αναμονή καλύτερων ημερών.


Η σημερινή οικονομική κρίση έβαλε τέλος σ' αυτή την πορεία, ωθώντας τη λεγόμενη "Ανανεωτική Πτέρυγα" στην έξοδο, τη συντηρητική αναδίπλωση της πλειοψηφίας του Αριστερού Ρεύματος και την εύθραυστη συμπόρευσή του με το εναπομείναν τμήμα της "Ανανεωτικής Πτέρυγας", που με την περαιτέρω επιδείνωση της οικονομικής κρίσης είναι αρκετά πιθανό να διαρραγεί.


Το μέλλον του Συνασπισμού είναι μάλλον αυτό του κατακερματισμού και εν τέλει της πολιτικής απαξίωσης. Μπορεί οι απόψεις του Αριστερού Ρεύματος για την κρίση και τη διέξοδο από αυτή να είναι μειοψηφικές στο πλαίσιο του Συνασπισμού, αλλά αποτελούν πλειοψηφία στο σύνολο της αριστεράς.


Είναι φανερό, λοιπόν, ότι με αυτές τις δυνάμεις οφείλουμε να συμπορευθούμε, δημιουργώντας διαύλους επικοινωνίας, αναλαμβάνοντας κοινές πρωτοβουλίες και κοινές επιδιώξεις.


Δύσκολοι καιροί, πολύ δύσκολες και επώδυνες αποφάσεις. Αν όμως χθες ήταν νωρίς, αύριο θα είναι αργά. Τώρα είναι η ώρα για την κομμουνιστική αριστερά.


 


* Ο Γ. Σιώζος είναι μέλος της Π.Κ. του ΣΥΝ Κεραμεικού - Μεταξουργείου


 


"Εισήγηση στη σύσκεψη του Αριστερού Ρεύματος στις 19.3.2011"

 
eXTReMe Tracker